Είναι
σαφές ότι σου χουν τελειώσει οι φαιές κι ας έχεις φακές και φταις,
όχι
κεφτές, φταις, αφού φύτεψες φύκια και μόνο μπρίκια κολλάς
και
μπρόκολα τρως και είσαι αργός,
σαν λήθαργος και σαν ηλίθιος σαργός,
που
πολύπλοκα πλοκάμια μπλοκάρουν, σε πλοκή απλή,
απλώνοντας
απλόποδα πελώριες απειλές,
αλλά
επιπλέεις σε μια κουταλιά χωρίς νερό και λες τα ταρό,
δεν
πίνεις τον ντάριο φο, μπιζου φοράς και φουρό,
στα
φόρα το παίζεις μικρό, μ εμπειρία μακρό,
μα
η μοίρα σου ρημάζει τη ρίμα κι έτσι το ρίχνεις στη μπύρα,
μπούρδες
πάλι και κούρδοι στο πορτοκάλι,
σε
¨προκαλούν¨ προμελετημένα σε μελαγχολία μελαμψή,
κι
αντί ψοφιμιού τη γαμψή φήμη να φιμώνεις, βάφεις φούμο,
κάνεις
σούμο, πίνεις σουμάδα όλα σούμα η γελάδα,
σε
αγέλη που γελά και που κατεβάζει γάλα είσαι τράγος,
τραγελαφικός
τραβάς ατάραχος στη ράχη τη μαύρη της χάβρας,
που
δε φέρνει σε χάβρη που έχει χαβιάρι, ούτε καν στο χαϊδάρι,
δεν
παίρνεις χαμπάρι, σαν high-βάνι σ΄ αρμέγουν στα Μέγαρα,
μα
νομίζεις πως είσαι σε μέγαρα, μάξιμουμ σε μαξιλάρια φυλή-
φιρή
το πας για ρουφιάνος ροφός που ρουφά τα αυγό…
Νεκτάριος
Κουρέας